Καύσος και πόνος κατά την ούρηση; Μήπως είναι γονόρροια;




Η γονόρροια προκαλείται από το βακτήριο Neisseria gonorrhoeae. Συνήθως, το βακτήριο μεταδίδεται κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, συμπεριλαμβανομένης της στοματικής, πρωκτικής και κολπικής διείσδυσης.

Οι παράγοντες που μπορεί να ευνοήσουν την μετάδοση της γονόρροιας είναι:

  • Η νεαρή ηλικία
  • Ένας νέος ερωτικός σύντροφος
  • Ο μεγάλος αριθμός ερωτικών συντρόφων
  • Μια παλαιότερη διάγνωση γονόρροιας

Μολύνει τόσο τους άντρες, όσο και τις γυναίκες, και συνήθως προσβάλλει την ουρήθρα, το ορθό έντερο και τον λαιμό, ενώ στις γυναίκες μπορεί να προσβάλλει και τον τράχηλο της μήτρας. Η γονόρροια μεταδίδεται συνήθως κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. Ωστόσο, υπάρχει περίπτωση να προσβληθούν και βρέφη κατά τη διάρκεια του τοκετού αν νοσεί η μητέρα. Στα μωρά, η γονόρροια πλήττει κυρίως τα μάτια.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, πρόκειται για μία κοινή μόλυνση που αρκετές φορές μάλιστα δεν παρουσιάζει καν συμπτώματα. Η θεραπεία της όμως είναι απαραίτητη προκειμένου να μην προκαλέσει σοβαρές και ανεπανόρθωτες βλάβες (επιδιδυμίτιδα ή ενδοπυελική μόλυνση, πυρετός, δερματικά εξανθήματα και πληγές, άλγος στους συνδέσμους, πρηξίματα και δυσκαμψίες). Η αποχή από το σεξ, η χρήση προφυλακτικού σε περίπτωση ερωτικής επαφής και η ανάπτυξη μιας αμοιβαίας μονογαμικής σχέσης αποτελούν τους καλύτερους τρόπους πρόληψης του εν λόγω σεξουαλικά μεταδιδόμενου νοσήματος.

Τα συνήθη συμπτώματα στους άνδρες είναι καύσος και πόνος κατά την ούρηση και από την ουρήθρα μπορεί να εξέλθουν πυώδεις εκκρίσεις. Οι γυναίκες είναι συνήθως ασυμπτωματικοί φορείς, αν και μπορεί να έχουν πόνο ή κάψιμο κατά την ούρηση, συχνοουρία και πυώδεις εκκρίσεις από τον κόλπο.


Για τον εντοπισμό του βακτηρίου της γονόρροιας στον οργανισμό, θα χρειαστεί η ανάλυση ενός κυτταρικού δείγματος. Το δείγμα μπορεί να συλλεχθεί μέσω:
  • Εξέτασης ούρων. Η ανάλυση αυτή συμβάλλει στον εντοπισμό του βακτηριδίου στην ουρήθρα.
  • Εκκρίματος της προσβληθείσας περιοχής. Μπορεί να χρειαστεί η λήψη εκκρίματος από τον λαιμό, την ουρήθρα, τον κόλπο ή το ορθό έντερο και η εργαστηριακή του ανάλυση για τον εντοπισμό του ένοχου βακτηριδίου.
  • Εξετάσεις για άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα. Είναι πιθανό να χρειαστούν εξετάσεις και για άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, καθώς η γονόρροια αυξάνει τον κίνδυνο τέτοιων μολύνσεων, κυρίως των χλαμυδίων, που συχνά τη συνοδεύουν. Η εξέταση για τον ιό HIV συστήνεται επίσης.

Στους ενήλικες, η γονόρροια αντιμετωπίζεται συνήθως με αντιβιοτικά. Καθώς το βακτήριο παρουσιάζει στελέχη ανθεκτικά στα φάρμακα, η θεραπεία συνίσταται στην ενέσιμη χορήγηση κεφτριαξόνης σε συνδυασμό με τη λήψη αζιθρομυκίνης ή δοξυκυκλίνης από το στόμα.

Οι ερωτικοί σύντροφοι θα πρέπει, επίσης, να υποβληθούν σε εξετάσεις και θεραπευτική αγωγή για τη γονόρροια, ακόμα κι αν δεν παρουσιάζουν συμπτώματα. Η θεραπευτική αγωγή που ακολουθείται, είναι η ίδια και είναι αναγκαία προκειμένου να μην υπάρχει επαναμόλυνση του αρχικού ασθενούς.

Τα μωρά που γεννιούνται από μολυσμένες μητέρες, θα πρέπει να λαμβάνουν αμέσως μετά τον τοκετό ειδικό οφθαλμολογικό φάρμακο. Αν αναπτυχθεί οφθαλμοπάθεια, τότε είναι αναγκαία η χορήγηση αντιβιοτικού.

Για τον περιορισμό του κινδύνου μόλυνσης από γονόρροια, χρήσιμες είναι οι παρακάτω οδηγίες:
  • Μην παραμελείτε τη χρήση προφυλακτικού. Η αποχή από το σεξ είναι αναμφίβολα ο ασφαλέστερος τρόπος πρόληψης της γονόρροιας. Αν όμως έχετε ενεργή σεξουαλική ζωή, τότε είναι απαραίτητη η χρήση προφυλακτικού σε κάθε μορφή επαφής, είτε στοματική, είτε πρωκτική, είτε κολπική.
  • Ζητήστε από τον σύντροφό σας να εξεταστεί για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.
  • Μην έχετε σεξουαλικές επαφές με συντρόφους που παρουσιάζουν ασυνήθη συμπτώματα, όπως αίσθημα καύσου κατά την ούρηση ή εξανθήματα στα γεννητικά όργανα.
  • Φροντίστε να ελέγχεστε τακτικά για γονόρροια αν ανήκετε στην ομάδα υψηλού κινδύνου. Στην ομάδα αυτή, ανήκουν όσοι έχουν στο ιστορικό τους παλιότερη διάγνωση γονόρροιας ή άλλου σεξουαλικά μεταδιδόμενου νοσήματος, όσοι αποκτούν έναν νέο ερωτικό σύντροφο ή έχουν πολλούς ερωτικούς συντρόφους.

O Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι, κάθε χρόνο λαμβάνουν χώρα περίπου 62 εκατομμύρια περιπτώσεις λοίμωξης από γονόρροια. Το 2010 προκάλεσε περίπου 900 θανάτους, σε σχέση με τους 1.100 το 1990. Στις Η.Π.Α. το κέντρο ελέγχου νοσημάτων υπολογίζει ότι κάθε χρόνο λαμβάνουν χώρα 820.000 νέα περιστατικά, από τα οποία 570.000 στις ηλικίες 15 με 24. Το 2011, καταγράφηκαν στις ΗΠΑ 321.849 περιστατικά. Είναι το δεύτερο συχνότερο βακτηριακό σεξουαλικώς μεταδιδομένο νόσημα μετά τα χλαμύδια. Μετά την επιβολή προγράμματος ελέγχου της γονόρροιας την δεκαετία του 1970, η επίπτωση γονόρροιας μειώθηκε κατά 74% (περίοδος 1974-1997).






Πηγή: CapitalHealth